Δίνω μια ιδέα / ιδέες

 

Όταν λέω σε κάποιον κάτι (καινούριο ίσως) που σκέφτηκα για να το πει ή να το κάνει εκείνος, λέμε ότι του δίνω μια ιδέα/ ιδέες.

Ένας διακοσμητής μας έδωσε ωραίες ιδέες για την επίπλωση στο καινούριο μας σπίτι/ για να επιπλώσουμε το καινούριο μας σπίτι.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: δίνω μια ιδέα/ ιδέες σε κάποιον (για κάτι/ για να …)/ του δίνω μια ιδέα/ ιδέες