Δώσ’ του και / να [ ρήμα ]

 

Όταν κάτι γίνεται / γινόταν ξανά και ξανά, λέμε «δώσ’ του και…»

Και η κυρία Άννα, εκνευρισμένη, δώσ’ του να πηγαίνει και να λέει ότι είναι άδικο, της χρεώσανε  τόσα λεφτά για το τηλέφωνο και χωρίς αποτέλεσμα.

Και η κυρία Άννα, εκνευρισμένη, δώσ’ του πήγαινε πάνω κάτω και έλεγε ότι είναι άδικο, της χρεώσανε  τόσα λεφτά για το τηλέφωνο και  χωρίς αποτέλεσμα.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ:  δώσ’ του να πηγαίνει (ενεστώτας)

δώσ’ του και πήγαινε (Παρατατικός)