Είμαι στον κόσμο μου (ανεπίσημο)
1Όταν κάποια στιγμή σκέφτομαι κάτι άλλο και δεν προσέχω αυτό που βλέπω ή ακούω ή αυτό που συμβαίνει, λέμε ότι είμαι στον κόσμο μου.
Σήμερα είσαι τελείως στον κόσμο σου! Σου μιλάω και κοιτάς το παράθυρο!
2Όταν γενικά στη ζωή μου είμαι ξέγνοιαστος, δεν σκέφτομαι πολύ σοβαρά, δεν αγχώνομαι ούτε ανησυχώ για τίποτα και συνήθως ασχολούμαι μόνο με ό,τι μ’ αρέσει, λέμε ότι είμαι στον κόσμο μου.
Η Μαρία όπως πάντα είναι στον κόσμο της! Αντί να έρθει στο μάθημα πήγε στη θάλασσα πάλι.
ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: Στερεότυπη έκφραση