Έχω διαφορές
Όταν κάποιος/ κάτι είναι διαφορετικός/-ό από κάποιον άλλον/ κάτι άλλο, λέμε ότι έχει διαφορές.
Έχω αρκετές διαφορές στο χαρακτήρα απ’ τη μητέρα μου. Δεν μοιάζουμε εντελώς.
Η εικόνα 1 έχει πέντε διαφορές από την εικόνα 2. Βρες τις.
Η Αθήνα έχει πολλές διαφορές με το Βερολίνο στο κλίμα, στο τρόπο ζωής κτλ.
ΣΥΝΤΑΞΗ/ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: έχω διαφορές από κάποιον/ με κάποιον (σε κάτι)
κάτι έχει διαφορές από κάτι/ με κάτι