Έχω κόλλημα (ανεπίσημο)
Όταν μου αρέσει πάρα πολύ κάτι/ κάποιος, το θέλω, το σκέφτομαι και ασχολούμαι συνέχεια με αυτό, λέμε ότι έχω κόλλημα.
Ο γιος μου έχει κόλλημα με τα παιχνίδια στον υπολογιστή. Όλη τη μέρα δεν ασχολείται με τίποτε άλλο!
Έχει κόλλημα ν’ αλλάζει συνέχεια το χρώμα των μαλλιών της. Βαριέται να είναι με το ίδιο για πολύ.
ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: έχω κόλλημα με κάποιον/ κάτι
έχω κόλλημα να…