Έχω να [ ρήμα ] / Έχω [ ουσιαστικό ]

 

Όταν πρέπει/ έχω κανονίσει να κάνω κάτι, λέμε ότι έχω να κάνω αυτό το πράγμα ή έχω αυτό το πράγμα.

     -Θα πάμε απόψε στο πάρτι;

     -Δεν μπορώ. Έχω να ξυπνήσω πολύ νωρίς αύριο./ Έχω πρωινό ξύπνημα αύριο.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: έχω οδοντογιατρό(αιτιατική)

(βλ. λήμμα: Έχω να [ ρήμα ] [καιρό ])