Έχω υποψίες

 

Όταν υποψιάζομαι κάποιον (ότι κάτι κάνει) ή γενικά υποψιάζομαι ότι κάτι συμβαίνει, λέμε ότι έχω υποψίες.

Έχω κάποιες υποψίες για τον Γεωργόπουλο. Δεν πιστεύω ότι είναι απόλυτα ειλικρινής.

Ο αστυνόμος είχε διάφορες υποψίες για την υπόθεση και θέλησε να την ερευνήσει καλύτερα.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: έχω υποψίες για κάτι

                                              έχω υποψίες για κάποιον ότι …