Κάθομαι σε αναμμένα κάρβουνα (ανεπίσημο)

 

Όταν κάποιος αγωνιά πάρα πολύ για κάτι και είναι φανερά αγχωμένος, ανήσυχος και νευρικός, επειδή δεν ξέρει τι θα συμβεί, λέμε ότι κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα.

Τη μέρα που περίμενε να μάθει τα αποτελέσματα των εξετάσεων καθόταν σε αναμμένα κάρβουνα.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: Στερεότυπη έκφραση

Όμοιες περιφράσεις:

1.  Κάθομαι σε καρφιά