Κάνω (ένα) σχέδιο / σχέδια
1Όταν σχεδιάζω/ ζωγραφίζω πάνω σ’ ένα χαρτί ή κάπου αλλού, λέμε ότι κάνω ένα σχέδιο/ σχέδια κάπου.
Έλα να δεις ένα ωραίο σχέδιο που έκανα στο τετράδιό μου!
ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: κάνω ένα σχέδιο/ σχέδια κάπου
2Όταν σκεφτόμαστε προσεκτικά να κάνουμε κάποια πράγματα για να πετύχουμε κάτι στο μέλλον ή όταν γενικά σκοπεύουμε να κάνουμε κάτι μελλοντικά, λέμε ότι κάνουμε ένα σχέδιο/ σχέδια.
Ο Θωμάς κάνει σχέδια (για) να γίνει διευθυντής στην εταιρεία.
Η Μάγδα κάνει σπουδαία σχέδια για τη ζωή της.
ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: κάνω ένα σχέδιο/ σχέδια (για) να …
κάνω ένα σχέδιο/ σχέδια για …
Όμοιες περιφράσεις:
1. 2Έχω (ένα) σχέδιο/ σχέδια
2. 2Έχω/ κάνω όνειρα