Κάνω καριέρα

 

Όταν κάποιος ασχολείται με ένα επάγγελμα στο οποίο μπορεί αργότερα να γίνει καλύτερος και με ανώτερη θέση, λέμε ότι κάνει καριέρα.

     Ο Κώστας έχει κάνει λαμπρή καριέρα στην Ιατρική.

     Ο Κώστας έχει κάνει καριέρα ως γιατρός στο εξωτερικό.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: κάνω καριέρα σε κάτι

                                               κάνω καριέρα ως/ σαν γιατρός (ονομαστική)