Κάνω τον δύσκολο

 

Όταν λέω «όχι» στους άλλους για να δείξω ότι δεν δέχομαι με ευκολία διάφορα πράγματα, αλλά στην πραγματικότητα ο χαρακτήρας μου δεν είναι τέτοιος, λέμε ότι κάνω τον δύσκολο.

Η Δήμητρα είναι πολύ ψηλομύτα και κάνει πάντα τη δύσκολη.

Έλα! Σταμάτα να μου κάνεις τον δύσκολο! Αφού στο τέλος θα συμφωνήσεις μαζί μου.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: κάνω τον δύσκολο (σε κάποιον)/ του κάνω τον δύσκολο