Κόβομαι στις εξετάσεις / στο διαγώνισμα / στο τεστ

 

Όταν εξετάζομαι σε μαθήματα ή και σε άλλου είδους τεστ/ διαγωνίσματα και τελικά αποτυγχάνω, λέμε ότι κόβομαι στις εξετάσεις.

Ο Γιάννης κόπηκε στις αθλητικές εξετάσεις κι έτσι δεν θα μπορέσει να φοιτήσει στις  στρατιωτικές σχολές.

Η Ελένη κόπηκε στο τεστ/ στο διαγώνισμα των Μαθηματικών.

(βλ. λήμμα: Γράφω εξετάσεις / διαγώνισμα/ τεστ και Έχω εξετάσεις / διαγώνισμα / τεστ)

 

Άλλες περιφράσεις:

1.  Περνάω στις/ τις εξετάσεις

Όταν εξετάζομαι σε μαθήματα ή σε οποιαδήποτε άλλα τεστ και τελικά επιτυγχάνω, λέμε ότι περνάω στις/τις εξετάσεις.

      Αν δεν περάσω στις εξετάσεις, οι γονείς μου θα θυμώσουν.