Με παίρνει ο ύπνος

 

1Όταν ηρεμώ, χαλαρώνω και τελικά κοιμάμαι, λέμε ότι με παίρνει ο ύπνος.

Ξάπλωσε λίγο να ξεκουραστείς, αλλά μη σε πάρει ο ύπνος, γιατί σε λίγο πρέπει να φύγουμε.

 

2Όταν παρακολουθώ κάτι που δεν με ενδιαφέρει και εκείνη την ώρα δεν προσέχω και βαριέμαι πολύ, λέμε ότι με παίρνει ο ύπνος.

     Βαριέμαι τόσο πολύ στο μάθημα που κάθε μέρα με παίρνει ο ύπνος.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: παίρνει ο ύπνος κάποιον/ τον παίρνει ο ύπνος