Μου τη δίνει (ανεπίσημο)

 

Όταν νευριάζω με κάποιον/ κάτι ή γενικά με μια κατάσταση ή όταν απλά δεν μου αρέσει/ δεν συμπαθώ κάποιον/ κάτι/ μια κατάσταση, λέμε ότι μου τη δίνει.

     Αυτή η ηθοποιός μου τη δίνει πάρα πολύ! Απορώ γιατί αρέσει σε όλους.

     Μου τη δίνει αυτός ο καιρός! Όλο συννεφιά, βροχή και κρύο!

     Μου τη δίνει που βρέχει και φυσάει/ να βρέχει και να φυσάει!

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: μου τη δίνει ο καιρός (ονομαστική)

                                               μου τη δίνει που / να …

 

Όμοιες περιφράσεις:

1.  Μου τη σπάει (ανεπίσημο)

2.  Μου τη βαράει (ανεπίσημο)