Παίρνω ειδίκευση

 

Όταν γίνομαι ειδικός σε έναν συγκεκριμένο τομέα της επιστήμης μου (ασχολούμαι με αυτήν την ειδικότητα), λέμε ότι παίρνω ειδίκευση.

Είναι βιολόγος και έχει  πάρει ειδίκευση στη μοριακή βιολογία.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: παίρνω ειδίκευση σε κάτι