Περνάω στο μπόι
Όταν είμαι πιο ψηλός από κάποιον, λέμε ότι τον περνάω στο μπόι.
Ο Δημήτρης πέρασε στο μπόι τον Κώστα.
ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: περνάω στο μπόι κάποιον (αιτιατική)