Πιάνω θέση
Όταν σε έναν χώρο όπου βρίσκεται αρκετός κόσμος καταφέρνω να καθίσω σε μια θέση, πριν προλάβει να καθίσει κάποιος άλλος εκεί, λέμε ότι πιάνω θέση.
Τρέχα να πιάσεις θέση στο λεωφορείο, γιατί θα γεμίσει με κόσμο σε λίγο.
ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: πιάνω θέση (κάπου)