Στην ώρα μου

 

Όταν κάποιος είναι συνεπής και ακριβής στο χρόνο του και ποτέ δεν καθυστερεί στα ραντεβού, τις δουλειές και τις υποχρεώσεις του, λέμε ότι είναι πάντα στην ώρα του.

     Μην ανησυχείς, δεν θα αργήσει. Έρχεται πάντα στην ώρα του.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: είμαι/ κάνω κάτι στην ώρα μου

 

Όμοιες περιφράσεις:

1.  Με την ώρα μου

 Άλλες περιφράσεις:

1.  Πάνω στην ώρα

Όταν κάτι γίνεται τη στιγμή ακριβώς που έπρεπε να γίνει, λέμε ότι έγινε πάνω στην ώρα.

      Έφτασες πάνω στην ώρα. Ετοιμαζόμασταν να φύγουμε.