Τα έχω με [ κάποιον ] (ανεπίσημο)

 

1Όταν συνεχώς είμαι επιθετικός/ νευριασμένος με κάποιον ή γενικά είμαι συνέχεια εναντίον του, λέμε ότι τα έχω μαζί του/ με αυτόν.

Μόλις πω ή κάνω κάτι αμέσως μου φωνάζεις! Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί τα έχεις μαζί μου!

 

2Όταν ανάμεσα σ’ έναν άντρα και μια γυναίκα υπάρχει ερωτική σχέση (είναι ζευγάρι), λέμε ότι αυτοί οι δύο τα έχουν ή ότι αυτός τα έχει με αυτήν/ μαζί της.

     Έχει παντρευτεί με τον Κίμωνα ή απλά τα έχει  μαζί του;

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: τα έχω μαζί του/ με κάποιον