Φέρνω σε [ κάποιον ]

 

Όταν μοιάζω λίγο ή αρκετά με κάποιον, λέμε ότι του φέρνω.

Φέρνεις λίγο στη μητέρα σου. Έχετε σχεδόν το ίδιο σχήμα προσώπου και την ίδια έκφραση.

Δεν μοιάζουν πάρα πολύ τ’ αδέρφια. Ο μικρός φέρνει του Μιχάλη λίγο στα μάτια.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: φέρνω σε κάποιον (σε κάτι)/ του φέρνω