Βρίσκομαι στα πρόθυρα
Όταν είμαι λίγο πριν να κάνω κάτι ή να μου συμβεί κάτι, λέμε ότι βρίσκομαι στα πρόθυρα (να το κάνω/ να μου συμβεί).
Η Μαρία έχει απογοητευτεί από τη δουλειά της. Βρίσκεται στα πρόθυρα να την εγκαταλείψει.
Δεν νιώθω καλά...Νομίζω ότι βρίσκομαι στα πρόθυρα να αρρωστήσω.
Η Μίνα έχει αδυνατίσει υπερβολικά. Φοβάμαι ότι βρίσκεται στα πρόθυρα της νευρικής ανορεξίας!
ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: βρίσκομαι στα πρόθυρα να …
βρίσκομαι στα πρόθυρα της καταστροφής (γενική)