Έχω στο μυαλό μου

 

Όταν σκέφτομαι κάποιον/ κάτι ή γενικά σκέφτομαι να κάνω κάτι, λέμε ότι έχω στο μυαλό μου αυτόν/αυτό ή έχω στο μυαλό μου να κάνω αυτό το πράγμα.

     Ο Μάνος έχει φύγει στο εξωτερικό, αλλά οι φίλοι του τον έχουν στο μυαλό τους.

     Έχω στο μυαλό μου συνέχεια τις διακοπές.

Νομίζω ότι έχει στο μυαλό του να φύγει στο εξωτερικό, αλλά δε μας λέει τίποτε για να μη μας στενοχωρήσει.

 

ΣΥΝΤΑΞΗ/ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: έχω στο μυαλό μου κάποιον/ κάτι

                                               έχω στο μυαλό μου να …

(βλ. λήμμα: Έχω το μυαλό μου κάπου / αλλού)